Το σύμπτωμα των ακριβότερων τροφίμων...
Το πρώτο πράγμα που έκανε αισθητές τις αρνητικές συνέπειες των βιοκαύσιμα ήταν τα ακριβότερα τρόφιμα. Ήδη έχει εκτιμηθεί ότι η ραγδαία αύξηση την βιομηχανίας των βιοκαυσίμων πιθανότατα θα κρατήσει τις τιμές των τροφίμων ανεβασμένες τουλάχιστο για την επόμενη δεκαετία (ΟΟΣΑ/FAO, 2007). Αυτό οφείλεται από τη μία στη παγκόσμια αύξηση της τιμής των δημητριακών λόγω της εξάπλωσης των ενεργειακών καλλιεργειών κι από την άλλη στην αυξημένες τιμές πρώτων υλών όπως το καλαμπόκι, που αντί να προορίζεται για ζωοτροφή, χρησιμοποιείται πια για να παράγει αιθανόλη. Το μεγαλύτερο μερίδιο αυτών των συνεπειών θα το υποστούν οι πληθυσμοί αναπτυσσόμενων χωρών οι οποίοι θα αντικρίσουν την διαθέσιμη καλλιεργήσιμη γη των χωρών τους να μετατρέπεται σε τεράστιες μονοκαλλιέργειες ενεργειακών φυτών.
... και η εικονική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου
Πέρα από το να ανεβάζουν τις τιμές των τροφίμων τα βιοκαύσιμα ευνοούν τις μονοκαλλιέργειες φοινικέλαιου, σόγιας και ζαχαροκάλαμου η οποίες είναι συνδεδεμένες με την καύση και αποψίλωση τροπικών δασών και άλλων ζωτικών οικοσυστημάτων. Μόνο στη Βραζιλία το 80% των αέριων του θερμοκηπίου δεν προέρχεται από αυτοκίνητα ή τη βιομηχανία αλλά από την καύση δασών του Αμαζονίου για την επέκταση της μονοκαλλιέργειας της σόγιας και του καλαμποκιού. Η μεγάλη πλειοψηφία της πρώτης ύλης για τη παραγωγή βιοκαυσίμων προέρχεται από τέτοιες χώρες των Τροπικών. Αυτό σημαίνει πως οι μονάδες επεξεργασίας και παραγωγής, που βρίσκονται και στην Ελλάδα και προμηθεύονται την πρώτη ύλη τους από εκεί παράγουν βιοκαύσιμα τα οποία προωθούνται ως οικολογική λύση αλλά προέρχονται από εκτάσεις οι οποίες μέχρι πρότινος ήταν παρθένο τροπικό δάσος που συνεισέφερε στην απορρόφηση των αερίων του θερμοκηπίου. Η επέκταση των καλλιεργειών για βιοκαύσιμα επιδρούν επιπλέον στα κλιματικά συστήματα μεγάλων εκτάσεων εκ των οποίων τη σταθερότητα εξαρτάται ο κύκλος της βροχής και τελικά η σταθερότητα του παγκόσμιου κλίματος. Οπότε πέρα από την έκλυση αερίων του θερμοκηπίου λόγω αποψίλωσης εντείνεται και ο κίνδυνος ερημοποίησης, λειψυδρίας και τελικής κατάρρευσης ζωτικών οικοσυστημάτων όπως τα δάση του Αμαζονίου με παγκόσμιες συνέπειες.
Πολύ σημαντικό στοιχείο είναι ότι τέτοιες βιομηχανικού τύπου μονοκαλλιέργειες υψηλών εισροών ευθύνονται για το 14% των εκπομπών αεριών του θερμοκηπίου, περίπου όσο και από τα μεταφορικά μέσα. Μερίδιο σε αυτό έχει, και το διοξείδιο του αζώτου-300 φορές πιο ισχυρό αέριο θερμοκηπίου από το διοξείδιο του άνθρακα -το οποίο προέρχεται από την χρήση χημικών λιπασμάτων. Επιπρόσθετα, οι μονοκαλλιέργειες προσβάλλουν την φυσική και αγροτική βιοποικιλότητα από την οποία εξαρτώνται πολλές ζωτικές φυσικές διεργασίες όπως ο κύκλος του άνθρακα, του αζώτου, του νερού καθώς και η γονιμότητα του εδάφους. Όλα αυτά μεγεθύνονται ακόμη περισσότερο αν αναλογιστούμε ότι η παραγωγή βιοκαυσίμων έχει καταστεί το τέλειο άλλοθι για την επέκταση των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών με το πρόσχημα της αυξημένης απόδοσης και της μη επικινδυνότητας λόγω του ότι προορίζονται για καύσιμα και όχι για τροφή.
Κοινωνικές συνέπειες
Πέρα από την αύξηση των τιμών των τροφίμων και το περιορισμό των διαθέσιμων εκτάσεων για καλλιέργεια τροφής οι εξάπλωση των ενεργειακών φυτών έχει εκτοπίσει ήδη χιλιάδες αγρότες από τους τόπους τους (υπολογίζονται 1 εκατομμύριο μόνο στην Βραζιλία). Οι μεγάλες μονοκαλλιέργειες από μόνες τους μειώνουν τις θέσεις εργασίας και δημιουργούν ακραίο συγκεντρωτισμό γης και εισοδήματος. Πρόσφατα, το μόνιμο φόρουμ των Ηνωμένων Εθνών για τα θέματα ιθαγενών προειδοποίησε ότι ως και 60 εκατομμύρια αυτόχθονες κινδυνεύουν να εκδιωχθούν από τη γη τους για να δημιουργηθούν καλλιέργειες φυτών που παράγουν βιοκαύσιμα. Οι φτωχοί αγρότες αναπόφευκτα θα οδηγηθούν στις φτωχο-συνοικίες των πόλεων καθώς μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις τους παίρνουν τη γη για να παράγουν κέρδος από το "χρυσωρυχείο" των βιοκαυσίμων.
Είναι τα βιοκαύσιμα 2ης γενιάς η λύση;
Παρόλο που έχουν ήδη αναγνωριστεί οι δυσμενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις των βιοκαυσίμων 1ης γενιάς αυτά συνεχίζουν να προωθούνται ως σοβαρές λύσεις λόγω της ελπίδας ότι θα αντικατασταθούν από νέες τεχνολογίες παραγωγής τους που τώρα αναπτύσσονται. Οι μελέτες ωστόσο δείχνουν ότι μένει για να αποδειχθεί μέσα στην επόμενη δεκαετία αν αυτές οι τεχνολογίες θα αποδώσουν καθώς υπάρχουν μεγάλες αμφιβολίες για τη δυνατότητα χρήσης ως πρώτη ύλη των υπολειμμάτων βιομάζας σε μεγάλη κλίμακα. Η μεταφορά πρώτης ύλης σε τέτοιες μεγάλες μονάδες παραγωγής βιοκαυσίμων 2ης γενιάς δημιουργεί ένα υψηλό ελάχιστο κόστος παραγωγής το οποίο δύσκολα θα μπορεί να μειωθεί και θα ισχύει μόνο για καλλιέργειες όπου τα φυτικά υπολείμματα είναι ήδη διαθέσιμα στη φυσική τους θέση (in situ). Όλα αυτά χωρίς να λάβουμε υπόψιν τις αυξημένες εισροές που θα απαιτούνται για την αναπλήρωση της χαμένης φυτικής μάζας, η οποία ειδάλλως θα προορίζονταν για την ανακύκλωση της ύλης στο έδαφος και την διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους. Επιπρόσθετα, η εξάπλωση δεντροκαλλιεργειών (ευκάλυπτος, λεύκα κ.α.) κατά προτίμηση γενετικά τροποποιημένων μπορεί μόνο να πιέσει τα ήδη υπάρχοντα οικοσυστήματα με τα ίδιο αντίκτυπο που θα έχει και η εξάπλωση οποιασδήποτε βιομηχανικής μονοκαλλιέργειας.
Οι έρευνες (ΟΟΣΑ, ΙΕΑ) δείχνουν ότι ακόμη κι αν επιτευχθεί η εμπορική χρήση 2ης γενιάς βιοκαυσίμων, που παραμένει ακόμα στην θεωρία, θα μπορέσουν να καλύψουν λιγότερο του 15% των αναγκών για καύσιμα όταν τα βιοκαύσιμα 1ης γενιάς θα κάλυπταν το 11%.
Ωστόσο ακόμα και αυτός ο στόχος επιτευχθεί, λόγω της αυξανόμενης απαίτησης για καύσιμα μεταφορών η τελική μείωση στη χρήση ορυκτών καυσίμων και στις εκπομπές αερίων δεν θα ήταν καθόλου σημαντική αλλά απλά θα ρύθμισε την αύξηση της ζήτησης.
Είναι δυνατή η αειφορική παραγωγή βιοκαυσίμων;
Παρόλες τις προθέσεις για μια πιο δίκαιη διευθέτηση της παραγωγής των βιοκαυσίμων οι επενδύσεις και ο τρόπος με τον οποίο έχει οριστεί η ατζέντα τους δεν αφήνει πολλά περιθώρια για αειφορικές αλλαγές. Η Ε.Ε. προτείνει βιώσιμα πρότυπα και ρυθμίσεις για την πιστοποίηση των βιοκαυσίμων. Ωστόσο τους κανόνες του παιχνιδιού για το που, πόσο και ποιοι θα καλλιεργήσουν ενεργειακές καλλιέργειες καθώς και ποιες μακρο-οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις θα έχει, είναι κάτι που δεν μπορεί να καλυφθεί και ούτε συμπεριλαμβάνονται σε τέτοια μέτρα.
Μεγάλοι γαιοκτήμονες αποφασισμένοι να εκχερσώσουν δασικές εκτάσεις και να εκδιώξουν φτωχούς αγρότες ευδοκιμούν από καιρό και δεν πρόκειται να επηρεαστούν ή να επιστρέψουν πίσω αυτές που ήδη εκμεταλλεύονται. Επίσης, κλειστές αγορές σε μια ήπειρο δεν αποκλείουν την αποδοχή σε μια άλλη, ενώ οι επενδύσεις μεγάλων εταιρειών στην νέα αγορά δύσκολα θα επιτρέψουν να επηρεαστεί η παροχή πρώτης ύλης.
Το πιο σημαντικό
Έχει υπολογιστεί από την κυβέρνηση των ΗΠΑ ότι με τις σημερινές τάσεις η παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας θα αυξηθεί κατά 71% από το 2003 μέχρι το 2030. Η περισσότερη από αυτή θα προέρχεται από ορυκτά καύσιμα και μόλις 9% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συμπεριλαμβανομένων και των βιοκαυσίμων.
Οπότε πρέπει να τεθεί το ζήτημα στη βάση του. Η παγκόσμια αλλαγή κλίματος δεν πρόκειται να διορθωθεί με την χρήση των βιομηχανικών βιοκαυσίμων. Σε μικρή και μόνο κλίμακα η τοπική παραγωγή-κατανάλωση θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο στην κάλυψη ενεργειακών αναγκών μικρών κοινοτήτων. Αν προσπαθήσουμε να αντικαταστήσουμε ένα σημαντικό μέρος των ορυκτών καυσίμων με βιοκαύσιμα ο ήδη δριμύς αντίκτυπος θα είναι μη ανατρέψιμος.
Θα πρέπει να υπάρξει μια ριζοσπαστική μετατροπή των τρόπου κατανάλωσης στο παγκόσμιο Βορρά. Ο μόνος τρόπος για να σταματήσει η παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου είναι η μετάβαση από τις εκτατικές βιομηχανικές καλλιέργειες στην μικρής-κλίμακας βιολογική γεωργία, και τη μείωση της παγκόσμιας κατανάλωσης καυσίμων.
“Η Γη δεν πρόκειται να μας δώσει την παραπάνω βιομάζα που χρειάζεται για να συνεχίσουμε να καταναλώνουμε όπως ήδη κάνουμε. Ίσως για λίγο ακόμη θα μπορούμε να συνεχίζουμε να την κλέβουμε από τις φτωχές χώρες των τροπικών, τα αποτελέσματα όμως είναι ήδη καταστροφικά, κι αυτό ισχύει για ολόκληρη την ανθρωπότητα.”
Καθηγητής Tad Patzek, Πανεπιστήμιο Berkley, Καλιφόρνια